Wednesday, February 07, 2007

FREEDOM!!

Δεν μπορούσε να δει τον Κέβρο και τη Νέτμε πουθενά.Κι όμως, σύμφωνα με τον χάρτη, βρισκόταν στο σωστό μέρος, και ο χάρτης αποδείχτηκε αξιόπιστος ως τώρα.Το έλεγξε για άλλη μια φορά, βρίζοντας δυνατά τα σύννεφα που έμοιαζαν να τρέχουν μπρος πίσω μπροστά απ’ τον ήλιο.Αλλά κανένα σύννεφο δεν κινείται τόσο γρήγορα. Σήκωσε τα μάτια του και είδε τις φιγούρες του Κέβρου και της Νέτμε να διασχίζουν τον ουρανό.«Είναι το κάτι άλλο, ε;»Άκουσε τη φωνή πίσω του και γύρισε να δει έναν γέρο άντρα να τον κοιτάζει.«Ποιος είσαι;», ρώτησε τον άντρα.«Ένας ανόητος, πιθανόν όπως κι εσύ», απάντησε, «τι γυρεύεις εδώ;»«Να μη σε νοιάζει, κοντοστούπη».«Ένας κακότροπος ηλίθιος είσαι. Όπως ήμουν κι εγώ», είπε ο άντρας, μ’ ένα σαρδόνιο χαμόγελο να σχηματίζεται στα χείλη του.Υπήρχε κάτι άχρονο στο πρόσωπό του, οι ρυτίδες του σχημάτιζαν έναν χάρτη οδύνης τόσο προφανή που ήταν δύσκολο να αγνοηθεί.«Ποιος είσαι;», ρώτησε πάλι.«Είμαι αυτός που τους δημιούργησε. Αυτός που προσπάθησε να τους φυλακίσει και απέτυχε. Κάτσε, θα σου πω».
….
Ήταν τόσο όμορφη που πονούσε να την κοιτάς. Ήταν μια ακτίνα φωτός και το απαλό άγγιγμα του σκότους. Ήταν αστέρι δίχως ουρανό.Εγώ ήμουν αρχιδικαστής και πανίσχυρος μάγος. Έτσι νόμιζα ότι θα ήταν εύκολο να την έχω, ότι θα κολακεύονταν να γίνει δική μου.Με αρνήθηκε.Δεν το σκέφτηκε καν, απλά με αρνήθηκε.Κανείς δεν με είχε απορρίψει πριν, αλλά μάλλον δεν ήξερε ποιος ήμουν, κι έτσι της είπα.Με αρνήθηκε πάλι.Τυφλός από οργή, ακόμα δεν μπορούσα να σκεφτώ ότι της κάνω κακό.Νόμιζα ότι εάν είχε την ευκαιρία να με γνωρίσει καλύτερα θα με αγαπούσε, οπότε την αλυσόδεσα στο έδαφος και έφτιαξα έναν όμορφο κήπο γύρω της, να ταιριάζει με την ομορφιά της.Εάν μου στερούνταν αυτό που θεωρούσα δικό μου, κανένα ζωντανό πλάσμα δεν θα έπρεπε να είναι πιο τυχερό, γι’ αυτό και την καταράστηκα, ότι μόνο εκείνος που θα υπερέβαινε τον εαυτό του θα μπορούσε να την ελευθερώσει.
Ο Κέβρος ήταν ο μικρότερος γιος της Βασίλισσας Σελήνης, ένας θνητός, και μια μέρα βγήκε για κυνήγι με την παρέα του. Είχαν δει ένα πελώριο λευκό ελάφι και εισχώρησαν στο δάσος για να το ακολουθήσουν.Μετά από λίγο, ο Κέβρος συνειδητοποίησε ότι είχε αφήσει τους άντρες του πίσω, και δεν έβλεπε πια τα ίχνη του ελαφιού.Άρχισε να περιπλανάται, ωσότου συνάντησε τη Νέτμε, που πλενόταν στη λιμνούλα.Τα φτερά της σχημάτιζαν κυματάκια στην επιφάνεια του νερού και τον κοιτούσε, με τα μάτια γεμάτα ικεσία και τα πόδια δεμένα στο έδαφος.Προσπάθησε να την ελευθερώσει αλλά σύντομα διαπίστωσε ότι κανένα εργαλείο κατασκευασμένο από ανθρώπινο χέρι δεν ήταν ικανό να σπάσει τα χρυσά δαχτυλίδια της αιχμαλωσίας της.Ο Κέβρος, όπως πολλοί πριν απ’ αυτόν, αποφάσισε να δοκιμάσει να σπάσει την κατάρα, και σκαρφάλωσε στην κορυφή του βράχου Νταρμάντουρ. Η δοκιμασία ήταν τόσο εύκολη να κατανοηθεί όσο και να αποτύχει: έπρεπε απλά να πηδήξει. Εάν πράγματι πίστευε στην αγάπη του για τη Νέτμε χωρίς να νοιάζεται για τη ζωή του, τότε εκείνη θα ελευθερωνόταν. Αλλιώς ο ίδιος θα πέθαινε. Τόσο απλά.Τα νιάτα είναι μια τυφλή ψευδαίσθηση. Κάνουν τους ανθρώπους να αισθάνονται ότι θα επιτύχουν σε οτιδήποτε επιχειρήσουν… Δεν δίστασε καν.Η πτώση ήταν αρκετά μεγάλη ώστε να μπορεί να μετρήσει τα κόκαλα όσων είχαν προσπαθήσει πριν απ’ αυτόν. Αρκετά μεγάλη ώστε να αρχίσει να αμφιβάλει για τον εαυτό του, μόλις πριν τσακιστεί στα βράχια.Έπρεπε να τον σκότωνα τότε.Ήταν ακόμη ζωντανός, ξέρεις. Μισοπεθαμένος μετά την τρομερή πτώση, αλλά όχι εντελώς. Όχι εντελώς.Οι φίλοι του τον βρήκαν πριν αφήσει την τελευταία του πνοή και τον πήγαν γρήγορα στο κάστρο, όπου οι καλύτεροι θεραπευτές του βασιλείου πέρασαν μέρες και νύχτες προσπαθώντας να τον επαναφέρουν σ’ αυτόν τον κόσμο.Και τα κατάφεραν.
Η Βασίλισσα του απαγόρευσε να επιστρέψει στη Νέτμε, και αποφάσισε να τον εμποδίσει να ξαναβγεί από το κάστρο χτίζοντας έναν μεγαλειώδες γυάλινο θόλο γι’ αυτόν, τον οποίο γέμισε με χρυσά έπιπλα, παγώνια και δώδεκα χορεύτριες που θα εκπλήρωναν οποιαδήποτε επιθυμία ήθελε.Αλλά δεν ήθελε τίποτα.Στεκόταν απλά εκεί, με τα μάτια καρφωμένα στο κενό, αρνούμενος να φάει, με την ψυχή του να μαραζώνει όλο και περισσότερο κάθε μέρα.Στο τέλος η Βασίλισσα αναγκάστηκε να τον αφήσει ελεύθερο. Τον παρακολούθησε να φεύγει δεν άφησε ούτε ένα δάκρυ. Αλλά τα μαλλιά της άσπρισαν το ίδιο βράδυ, λένε…
Ξαναστάθηκε στην κορυφή του βράχου, ακίνητος. Και τότε κάτι θα πρέπει να γύρισε στο μυαλό του. Θα πρέπει να σκέφτηκε ότι ο θάνατος δεν είναι κάτι που προκαλεί φόβο όταν ήδη δεν ζεις. Θα πρέπει να αποφάσισε ότι δεν τον ένοιαζε πια. Πήδηξε.Τον κοιτούσα, και είδα ότι δεν σταμάτησε καθόλου να την παρακολουθεί καθώς έπεφτε.Εκείνη ούρλιαζε, και η φωνή της έμοιαζε με χιλίων αετών.Τότε κάτι συνέβη. Είτε η πτώση του επιβραδύνθηκε ή ο χρόνος· ή ίσως να ήταν η καρδιά μου που σταμάτησε καθώς παρακολουθούσα το τέλος του Κόσμου μου.Έβγαλε φτερά, τεράστια και επιβλητικά πουπουλένια φτερά, τα οποία μπορούσε να χρησιμοποιεί με τέτοια ευκολία και χάρη, σαν να είχε γεννηθεί με αυτά.Οι αλυσίδες στους αστραγάλους της Νέτμε άνοιξαν και τον ακολούθησε. Χάθηκαν και οι δύο στο γαλάζιο.Δεν έψαξαν καν για μένα, δεν προσπάθησαν καν να πάρουν εκδίκηση.Αυτό είναι το χειρότερο. Η ευτυχία τους είναι τόσο περίκλειστη που δεν έχει χώρο για μένα εκεί, ούτε καν ως εχθρός.Και τελικά, έχασα όλες τις δυνάμεις μου. Ίσως το ξέρουν… το πιθανότερο δεν νοιάζονται.Μην τους ενοχλείς.Δεν είσαι ευτυχισμένος και δεν πρέπει να χαλάσεις την τελειότητά τους.Απλά φύγε.

Και μετά περίμενε ωσότου ο άλλος εξαφανιστεί, πριν να καρφώσει τα μάτια του στον ουρανό, για άλλη μια φορά.

ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΚΕΙΜΕΝΟ:
http://www.flickr.com/photos/rent-a-moose/71629495/in/set-1540138/

No comments: